Η περίπτωση που θα μελετήσουμε αυτήν την εβδομάδα είναι ενός πλοίου στη ράδα. Το πλοίο είχε κανονιστεί να μπει μέσα στο λιμάνι για να φορτώσει, όμως ο ντόκος που θα έπεφτε ήταν κατειλημμένος για αυτό και τελικά δόθηκαν εντολές για να αγκυροβολήσει στο πλησιέστερο αγκυροβόλιο. Όπως συνηθίζεται, πραγματοποιήθηκε μια συνάντηση στην γέφυρα σχετικά με την επικείμενη αγκυροβολία, έτσι ώστε να ενημερωθεί επαρκώς το «πλήρωμα της πλώρης». Πριν από μια εβδομάδα, μάλιστα, ο λοστρόμος είχε επιθεωρήσει τους εργάτες και τα φερμουίτ των αγκυρών και είχε αναφέρει πως βρίσκονται σε καλή κατάσταση.
Το δελτίο καιρού έδειχνε επιδείνωση των καιρικών συνθήκες από την επόμενη μέρα, ο καπετάνιος, όμως, ενημέρωσε ότι θα αποφάσιζε μετά την αγκυροβολία για το πως θα πράξει στις επόμενες ώρες.
Το «πλήρωμα της πλώρης» αποτελούσαν ο λοστρόμος, δύο ναύτες και ο υποπλοίαρχος. Όλα κυλούσαν κανονικά, ο λοστρόμος στο «βίντσι», και ο γραμματικός έδινε εντολές στους ναύτες και στο λοστρόμο ενώ παράλληλα «ρεπορτάριζε» την κατάσταση στην γέφυρα. Ήταν η πρώτη φορά που το πλήρωμα αυτό αγκυροβολούσε στην συγκεκριμένη περιοχή.
Καθώς το πλοίο πλησίαζε στην θέση αγκυροβολίας που είχαν λάβει από το VTS, ο καπετάνιος έκανε κράτη τη μηχανή και μόλις το πλοίο σταμάτησε τελείως ενημέρωσε τον γραμματικό. Αμέσως ο υποπλοίαρχος διέταξε να ποντιστεί η αριστερή άγκυρα, αλλά αρχικά με βίντσι. Μόλις η άγκυρα έφτασε κάτι λιγότερο από μισό κλειδί από τον πυθμένα, διέταξε να ρίξουν την υπόλοιπη με το φρένο. Η άγκυρα έφτασε κανονικά «απίκο», δεν παρατηρήθηκε κάτι ύποπτο και όλοι επέστρεψαν στο ακομοδέσιο για να ξεκουραστούν.
Κατά την διάρκεια της νύχτας, η θάλασσα φούσκωσε και κατά τις πρωινές ώρες ο αξιωματικός φυλακής παρατήρησε πως η άγκυρα ξέσερνε. Άμεσα ενημέρωσε τον καπετάνιο, ο οποίος με την σειρά του σήκωσε το «πλήρωμα της πλώρης» για να λεβάρουν την άγκυρα. Ο άνεμος πλέον είχε φτάσει στα 8 BF και τα κύματα χτυπούσαν αλύπητα την πλώρη.
Κατά την διάρκεια του βιραρίσματος της άγκυρας, ο εργάτης της άγκυρας άρχισε να βγάζει καπνούς. Κάτι είχε συμβεί και το μόνο σίγουρο πως δεν ήταν άμεσα διορθώσιμο. Ο υποπλοίαρχος ενημέρωσε τον καπετάνιο, ο οποίος βλέποντας την θάλασσα να χειροτερεύει αποφάσισε να την κόψουν από το bitter end και να μετακινηθούν προς ένα ασφαλέστερο μέρος.
Συνέπειες
Η άγκυρα και ένα μέρος της καδένας χάθηκαν στον ωκεανό και δεν επετράπη στο πλοίο να αποπλεύσει χωρίς να διορθώσει την ζημία που υπέστη. Το πλοίο είχε ακόμα μία άγκυρα διαθέσιμη, όμως η τοποθέτηση της πήρε αρκετές μέρες και έτσι το πλοίο καθυστέρησε στο ταξίδι του.
Επιπλέον, οι τοπικές αρχές απαίτησαν να ανασυρθεί η άγκυρα καθώς και το μέρος της καδένας που χάθηκε στον βυθό και φυσικά αυτό έγινε με την βοήθεια μιας εταιρείας ναυαγιαίρεσης, με το ανάλογο κόστος.