Δυο μέρες ήταν που είχαμε περάσει τον Ισημερινό κινούμενοι νοτιοδυτικά προς Τουμπαράο, στην Βραζιλία. Ήταν απόγευμα Σαββάτου κι εγώ βρισκόμουν μόνος στο δωμάτιο ψυχαγωγίας του πλοίου σκανάροντας τον σκληρό δίσκο του καραβιού για ταινίες. Ξαφνικά περνάει στον διάδρομο έξω από το δωμάτιο ο καμαρότος του πλοίου. Προσπερνάει, σταματάει, γυρνάει πίσω και μου λέει «Τι κάνεις εδώ; Όλοι σε περιμένουν κάτω»! «Εμένα;» τον ρωτάω, εκείνος μου απαντά καταφατικά, και έτσι τον ακολούθησα στο κατάστρωμα.
Στο κατάστρωμα ήταν μαζεμένο όλο το πλήρωμα, τριάντα άτομα, γύρω από τον καπετάνιο. Με το που με βλέπει ο καπετάνιος γυρνάει προς το πλήρωμα και λέει «Χθες το βράδυ ο Ποσειδώνας μου έστειλε το εξής e-mail». Ανοίγει έναν φάκελο, βγάζει από μέσα ένα χαρτί και ξεκινάει να διαβάζει. «Εδώ και 2.000 χρόνια δεκάδες χιλιάδες ναυτικοί που έχουν περάσει τον Ισημερινό έχουν βαφτιστεί στο όνομα μου, μα μόνο ένας μου ξέφυγε και αυτός ήταν ο δόκιμος πλοίαρχος σας Φώτιος-Ιωάννης Τσιρούκης. Παρακαλώ όπως το διορθώσετε αμέσως». Σε αυτό το σημείο βάζει ο καπετάνιος μια φωνή «Πού είναι ο Ποσειδώνας και οι βοηθοί του;».
Και τότε πίσω από μια αποθήκη εμφανίζονται ο Γ’ Μηχανικός και δύο μηχανοδηγοί φορώντας ένα τσουβάλι για στολή, μία σφουγγαρίστρα για μαλλιά και μούσια, ένα στέμμα. Ο Γ’ Μηχανικός κρατούσε μια τρίαινα και οι δύο μηχανοδηγοί από μία αδιάβροχη στολή. Και τότε ο «Ποσειδώνας» λέει «δέστε τον»! Και με παίρνουν οι δύο βοηθοί του και με δένουν στα βίντσια.
Τότε έρχεται ο «Ποσειδώνας» και μου λέει «τώρα θα σε καθαρίσουμε εσωτερικά και εξωτερικά». Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται ο ένας από τους βοηθούς του κρατώντας ένα πιατάκι με ένα μπουρεκάκι και τέσσερις σύριγγες με ένα καστανό, πηχτό υγρό το οποίο αργότερα συνειδητοποίησα ότι ήταν μουρουνέλαιο και σκοπό είχε να με κάνει να ξεράσω. Αδειάζει τις σύριγγες μέσα στο μπουρέκι και μου το χώνει στο στόμα. Όταν κατάλαβε ότι δεν μπορώ να ξεράσω, παίρνει μια σφουγγαρίστρα, την βουτάει σε έναν κουβά με θαλασσινό νερό και πριονίδι και αρχίζει να με αλοίφει. Μόλις τελείωσε ήταν σειρά του λοστρόμου ο οποίος φορώντας λαστιχένια γάντια μέχρι τους αγκώνες βουτηγμένα στο γράσο με πλησιάζει χαμογελαστός και με ρωτάει «Do you know what this is?». «Beauty cream?», τον ρωτάω. «Exactly.», μου λέει, «This will make you beautiful»! Και αρχίζει να καλύπτει με γράσο το πρόσωπο μου, τον λαιμό μου, τον θώρακα μου, τα χέρια μου. Μετά τον λοστρόμο σειρά είχε ο υποπλοίαρχος ο οποίος έκανε το ίδιο πράγμα. Τέλος, δίνει την εντολή ο «Ποσειδώνας» στον άλλο βοηθό του και ξαφνικά αρχίζει να με λούζει με θαλασσινό νερό από την μάνικα στο spray για 3 λεπτά.
Μόλις τέλειωσε και ο «εξωτερικός» καθαρισμός με έλυσαν, βγάλαμε τις αναμνηστικές φωτογραφίες, ο καπετάνιος μου έσφιξε το χέρι και έπειτα γύρισε στον υποπλοίαρχο και τον ρώτησε «Πώς να τον ονομάσουμε τώρα»; «Beluga», του απάντησε ο υποπλοίαρχος και από τότε το ναυτικό μου όνομα είναι Beluga.
Επιμελημένο κείμενο του Φώτη-Ιωάννη “Beluga” Τσιρούκη, τελειόφοιτου σπουδαστή ΑΕΝ Κρήτης
Διαβάστε περισσότερες αφηγήσεις από την θεματική ενότητα του isalos.net “Η ζωή στο πλοίο” εδώ.