Του Γιώργου Ι. Γραβάνη
Η ιστορία που θα σας αφηγηθώ είναι ένα οδοιπορικό σ’ ένα από τα ομορφότερα, όσο και παράξενα νησιά, έναν τόπο μυθικό, όπου οι κάτοικοι ζουν σε απόλυτη αρμονία με τη φύση.
Έχω ταξιδέψει σε αρκετά μέρη του κόσμου, φορτώνοντας και ξεφορτώνοντας σε διάφορα λιμάνια, πολλές φορές σε παρθένες ακόμα περιοχές, όπου η ποικιλία των τοπίων ξεπερνά κάθε φαντασία. Έτσι λοιπόν, θα προσπαθήσω να φέρω κοντά σας νοερά ένα από τα πιο απομακρυσμένα μέρη του κόσμου, αφού οι σημερινές συγκυρίες δυσκολεύουν και καταστρέφουν όνειρα για διακοπές σε τροπικές παραλίες και πεντάστερα ξενοδοχεία. Γι’ αυτό, για να προστατεύσουμε τον εαυτό μας, δεν θα λείψει και το σχετικό χιούμορ, που είναι τρόπος αντίστασης στα προβλήματα, πηγαίνοντας κόντρα στα εμπόδια που μας φορτώνει η ζωή.
Θα ταξιδέψω λοιπόν νοερά μαζί σας σε ένα νησί χαμένο στα βάθη του Ειρηνικού Ωκεανού, το Νησί του Πάσχα.
Την άνοιξη του 1989, το καράβι μας έριξε άγκυρα στο λιμάνι Ράπα Νούι, φορτωμένο με κοντέινερς γενικού φορτίου, μετά από ένα κουραστικό ταξίδι είκοσι ημερών. Το νησί αποτελεί υπερπόντιο έδαφος της Χιλής και είναι γνωστό, με το επίσημο όνομά του στα ισπανικά, ως Ίσλα ντε Πάσκουα (Νησί του Πάσχα), οι δε ντόπιοι το αποκαλούν Τε Πίτο ο Τε Χένουα, που σημαίνει «ο ομφαλός του κόσμου». Η ονομασία «Νησί του Πάσχα» αποδίδεται στον πρώτο καταγεγραμμένο Ευρωπαίο επισκέπτη του νησιού, τον Ολλανδό εξερευνητή Γιάκομπ Ρόγκεβεεν, ο οποίος το «συνάντησε» τυχαία την Κυριακή του Πάσχα, 5 Απριλίου του 1722.
Το μεγάλο αναπάντητο ερώτημα είναι πώς κατοικήθηκε για πρώτη φορά αυτό το μικροσκοπικό νησί, 2.000 χιλιόμετρα από τις ακτές της Χιλής. Ένας Νορβηγός ανθρωπολόγος και εξερευνητής, βάσει ευρημάτων, υπολογίζει ότι οι πρώτοι κάτοικοι ήταν αρχαίοι λαοί δύο διαφορετικών φυλών από το Περού, οι οποίοι βρίσκονταν συνεχώς σε πόλεμο μεταξύ τους. Εκείνο όμως που σε κάνει να απορείς είναι τα πελώρια μοάι (χονδροκομμένα ανθρωπόμορφα πέτρινα αγάλματα), τα οποία είναι διεσπαρμένα σε όλο το νησί. Σειρές ολόκληρες τεραστίων μοάι ατενίζουν τον ωκεανό, δίνοντας το έναυσμα στη φαντασία σου να ταξιδέψει σε άλλες εποχές. Τα μοάι αποτελούν αντικείμενο λατρείας των ντόπιων, αφού θεωρούνται χώροι ενταφιασμού, και γι’ αυτό ο επισκέπτης πρέπει να δείχνει τον ανάλογο σεβασμό. Αξιοθέατα είναι επίσης και οι κρατήρες των ηφαιστείων που έχουν μετατραπεί σε πανέμορφες λίμνες.
Το κακό όμως είναι ο καιρός, επειδή εδώ ξεσπούν ή άλλες φορές ξεκινούν οι περισσότεροι τυφώνες πάνω από τις αχανείς εκτάσεις του Ειρηνικού και καταλήγουν στις Φιλιππίνες και στις ακτές της Ιαπωνίας και της Κίνας.
Μία αξέχαστη διαμονή στο Νησί του Πάσχα εξασφαλίζουν τα όμορφα ξενοδοχεία που είναι χτισμένα πάνω στη θάλασσα, αλλά δεν είναι φθηνή υπόθεση η παραμονή σ’ αυτά. Πιο προσιτά καταλύματα είναι οι πανσιόν και τα φιλόξενα μπάνγκαλοους, χτισμένα μέσα σε περιποιημένους κήπους δίπλα στη θάλασσα, με τροπικό διάκοσμο.
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι περιπέτειες των κατοίκων αυτού του νησιού υπήρξαν αναρίθμητες. Ισπανοί, Άγγλοι, Γάλλοι, Ολλανδοί, έκαναν το πέρασμά τους χρησιμοποιώντας τους κατοίκους του για σκλάβους. Το τελικό χτύπημα προήλθε από τους Περουβιανούς δουλεμπόρους, οι οποίοι συνέλαβαν χιλιάδες κατοίκους του νησιού, ανάμεσα στους οποίους ο βασιλιάς και όλοι σχεδόν οι Μαορί (μορφωμένοι άνδρες) και τους έστειλαν να δουλεύουν στα νησιά Τσίντσα του Περού, όπου φόρτωναν τα περιττώματα των θαλασσίων πτηνών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή λιπάσματος. Τα νησάκια αυτά στο σύμπλεγμα της Πολυνησίας είναι ακατοίκητα από ανθρώπους. Ωστόσο, εδώ συναντά κανείς εκατομμύρια θαλάσσια πουλιά όλων των ειδών, που όταν πετούν όλα μαζί, σχηματίζουν ένα υπέροχο εναλλασσόμενο σύννεφο με αμέτρητους ήχους από τα κελαϊδίσματά τους!
Ο κ. Γιώργος Ι. Γραβάνης είναι παλαίμαχος Πρώτος Μηχανικός του Εμπορικού Ναυτικού. Γεννήθηκε στη Λιγοψά Ιωαννίνων το 1937 και ζει στον Πόρο από το 1960. Έχει εργαστεί για μεγάλες ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες (Ωνάση, Τσάκου, Κολοκοτρώνη και Λάτση) σε δεξαμενόπλοια, πλοία χύδην φορτίου και κοντέινερ για περισσότερα από 25 χρόνια. Από το 2010 καταγράφει τις αναμνήσεις του, ονομάζοντάς τις «Εύθυμες Ναυτικές Ιστορίες», και τις δημοσιεύει στην τοπική εφημερίδα της ιδιαίτερης πατρίδας του.