O Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος θα προκαλούσε τραγικές συνέπειες σε όλα τα επίπεδα της ελληνικής κοινωνίας, με τον κλάδο της ναυτιλίας να μην αποτελεί εξαίρεση. Η συμμετοχή των ελληνικών πλοίων και πληρωμάτων στις εχθροπραξίες ‒κυρίως στο μέτωπο του Ατλαντικού‒ θα επέφερε ανυπολόγιστες απώλειες, καθώς χάθηκαν περισσότερα από τα δύο τρίτα της ελληνικής φορτηγού ναυτιλίας και έχασαν τη ζωή τους πάνω από 2.000 ναυτικοί, με σημαντικό επίσης αριθμό να τραυματίζονται.
Επομένως, παρότι η πορεία της ναυτιλίας της χώρας υπήρξε ανοδική προπολεμικά, η επόμενη μέρα από τη λήξη του πολέμου θα έβρισκε την ελληνική ναυτιλία σε κρίσιμο σημείο και με άμεση ανάγκη αναδίπλωσης και ανασυγκρότησης.
Το κομβικότερο κεφάλαιο αυτής της περιόδου και πιθανώς ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς ‒αν όχι ο σημαντικότερος‒ στην ιστορία της ελληνικής ποντοπόρου ναυτιλίας ήταν η απόκτηση των 100 Λίμπερτυ.
Τα πλοία τύπου Λίμπερτυ ναυπηγήθηκαν στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για τις ανάγκες του πολέμου στον Ατλαντικό. Με δεδομένο ότι ναυπηγήθηκε ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός αυτού του τύπου πλοίων (2.707 πλοία), η αμερικανική κυβέρνηση, προκειμένου να αποζημιώσει τις συμμαχικές δυνάμεις για τις απώλειες που υπέστησαν, τα διέθετε προς πώληση με αρκετά ευνοϊκούς όρους.
Βασικός ενορχηστρωτής της προσπάθειας για την απόκτηση Λίμπερτυ από την πλευρά της ελληνικής πλοιοκτησίας ήταν ο Μανώλης Κουλουκουντής. Από τη θέση του ως επικεφαλής της Επιτροπής των Ελλήνων Εφοπλιστών της Νέας Υόρκης, σε συνεργασία με τον Σοφοκλή Βενιζέλο, αντιπρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης, έπραξε τα μέγιστα για τη διεκπεραίωση μιας συμφωνίας για την απόκτηση πλοίων.
Πράγματι, τον Αύγουστο του 1946, οι Έλληνες αιτήθηκαν εκατό Λίμπερτυ και έπειτα από πυρετώδεις διαπραγματεύσεις αποφασίστηκε από ειδική επιτροπή η πώληση 100 πλοίων Λίμπερτυ και 7 δεξαμενόπλοιων Τ2 σε «παραδοσιακούς» ναυτιλιακούς οίκους, με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις συζητήσεις για την απόκτηση των Λίμπερτυ συμμετείχε και ο πρώτος εκδότης των Ναυτικών Χρονικών, Δημήτριος Κωττάκης, ως έμπειρος γνώστης της ελληνικής ναυτιλιακής πραγματικότητας.
Όπως είναι λογικό, τα Ναυτικά Χρονικά κατέγραφαν με μεγάλο ενδιαφέρον την υπόθεση από την αρχή των διαπραγματεύσεων μέχρι και την ολοκλήρωση της παράδοσης των πλοίων. Έτσι, πριν από 75 χρόνια, τα Ναυτικά Χρονικά, στο τεύχος της 1ης Μαΐου 1947, ανακοίνωναν ότι «παρελήφθησαν άπαντα τα Λίμπερτυς».
Το περιοδικό αναφερόταν στην παραλαβή των τελευταίων εννέα πλοίων τύπου Λίμπερτυ που αγοράστηκαν από Έλληνες πλοιοκτήτες. Τα πλοία αυτά συμπλήρωσαν τον αριθμό των αγορασθέντων εκατό της πρώτης ιστορικής συμφωνίας με την αμερικανική κυβέρνηση.
Ανάμεσα στα εννέα Λίμπερτυ που αναφέρονται ήταν και το «Στάθης Ι. Γιάνναγας». Το συγκεκριμένο πλοίο είχε αγοραστεί από κοινού από τον Μιχαήλ Η. Κουλουκουντή και τον κουνιάδο του, Ανδρέα Ανδριανόπουλο. Το «Στάθης Ι. Γιάνναγας» ήταν ναυπήγησης του 1944 και είχε καθελκυστεί με την αρχική ονομασία «G. A. Marr». Έλαβε το όνομά του προς τιμήν του πεθερού του Μιχαήλ Η. Κουλουκουντή. Η οικογένεια Γιάνναγα, όπως και η οικογένεια Κουλουκουντή, είχε καταγωγή από την Κάσο και διατηρούσε τη δική της ναυτιλιακή παράδοση ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα.
Το νέο Λίμπερτυ της ελληνικής ναυτιλίας νηολογήθηκε στη Σύρο και έφερε την ελληνική σημαία. To «Στάθης Ι. Γιάνναγας», όπως και τα υπόλοιπα πλοία αυτού του τύπου, είχε χωρητικότητα 10.856 dwt και ταχύτητα 11 κόμβων. Τα Λίμπερτυ προσέφεραν σύγχρονες ‒για την εποχή‒ προδιαγραφές στους χώρους ενδιαίτησης, με τα πρώτα ελληνικά πληρώματα που επέβαιναν σε αυτά να εντυπωσιάζονται από τα ευρύχωρα «ακομοδέσια».
Η μικρή ηλικία του πλοίου βοήθησε ώστε το «Στάθης Ι. Γιάνναγας» να αποτελέσει σημαντικό περιουσιακό στοιχείο για τους διαχειριστές του. Μετά από κάποια χρόνια εμπορικής εκμετάλλευσης, το πλοίο πωλήθηκε σε εταιρεία συμφερόντων του εφοπλιστή Ιγκόρ Πεζά το 1951, από όπου θα συνέχιζε την πορεία του στις θάλασσες και στους ωκεανούς της γης.
Το κεφάλαιο των «100 Λίμπερτυ» αποτελεί ίσως το σημαντικότερο σημείο καμπής στην ιστορία της μεταπολεμικής ελληνικής ναυτιλίας. Το «Στάθης Ι. Γιάνναγας», ως ένα από τα πρώτα Λίμπερτυ που αγοράστηκαν από την αμερικανική κυβέρνηση, αποτελεί σύμβολο μιας ολόκληρης περιόδου, κατά την οποία η ελληνική ναυτιλία μπόρεσε να ανασυγκροτηθεί και να ανθίσει. Η αγορά των Λίμπερτυ αποτέλεσε σημείο εκκίνησης για την ελληνική ναυτιλία στο ταξίδι της προς τις πρώτες θέσεις του διεθνούς ναυτιλιακού στερεώματος.
Η ψηφιοποίηση του αρχείου των τευχών από το 1931 έως το 1983 είναι μια ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Ευγενίδου, στη μνήμη της Μαριάνθης Σίμου.
Πηγή: Ναυτικά Χρονικά