Στις 15 Φεβρουαρίου 1960, από τις εσχάρες των ναυπηγείων Loire-Normandie στη Rouen της Γαλλίας καθελκύστηκε το πρώτο νεότευκτο ελληνικό επιβατηγό οχηματαγωγό. Το «Εγνατία» ναυπηγήθηκε για το ελληνικό Δημόσιο και αγοράστηκε, έπειτα από σχετική συμφωνία, από τις Ελληνικές Μεσογειακές Γραμμές (ΕΛΜΕΣ) των Αφών Γιαννουλάτου.
Τα Ναυτικά Χρονικά βρέθηκαν στη Γαλλία για την τελετή καθέλκυσης και στο τεύχος της 1ης Μαρτίου 1960 προχώρησαν σε ολοσέλιδο ρεπορτάζ, παρουσιάζοντας το πρώτο νεότευκτο επιβατηγό-οχηματαγωγό της ελληνικής ναυτιλίας.
Το περιοδικό, στο αφιέρωμά του, φρόντισε από την πρώτη στιγμή να αναδείξει τη σημασία της καθέλκυσης του «Εγνατία»: «Το “καρ-φέρυ” αποτελεί την τελευταία λέξιν διά τα σύγχρονα συστήματα επικοινωνίας εις την Δυτικήν Ευρώπην. Είναι η πρώτη φορά που η Ελλάς επισημαίνεται πρωτοπορούσα. Διά του “Εγνατία” παρέχεται άνετον, ταχύ και ευθηνόν το μέσον να επισκεφθή την Ελλάδα ο ξένος αυτοκινητιστής».
Η ανάδοχος του «Εγνατία» ήταν η Μαίρη Αντ. Γιαννουλάτου και η στιγμή της καθέλκυσης του νεότευκτου πορθμείου περιγράφεται με παραστατικότητα από τον αρθρογράφο της εποχής: «Υπό τας ζητωκραυγάς του συγκεντρωθέντος πλήθους, του εργατικού προσωπικού και τους συριγμούς των ρυμουλκών, εκύλησεν ήρεμα προς τα ύδατα του Σηκουάνα το ογκώδες σκάφος. Τα ελληνικά χρώματα το εκάλυπτον και ο Εθνικός μας Ύμνος ανεκρούετο».
Τα κύρια χαρακτηριστικά του νέου αποκτήματος της ελληνικής επιβατηγού ναυτιλίας ήταν τα εξής: είχε 115 μ. μήκος, 17,20 μ. πλάτος, ενώ διέθετε δύο μηχανές ντίζελ Sulzer 8 TAD 48, γαλλικής κατασκευής, δύναμης 3.150 ίππων η καθεμιά, οι οποίες πρόσφεραν υπηρεσιακή ταχύτητα 18 κόμβων.
Παρά το σχετικά μικρό μέγεθός του και τον περιορισμένο όγκο του (4.500 dwt), διέθετε πέντε καταστρώματα και είχε τη δυνατότητα να μεταφέρει 744 επιβάτες σε ημερήσια δρομολόγια και 616 σε νυχτερινά δρομολόγια. Ταυτόχρονα, το «Εγνατία» είχε μεταφορική ικανότητα 115 αυτοκινήτων ή 90 αυτοκινήτων και 6 λεωφορείων.
Η ναυπήγηση του «Εγνατία» προήλθε ύστερα από πολύμηνη προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης και πιο συγκεκριμένα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού. Μία από τις βασικές επιδιώξεις του ΕΟΤ εκείνης της περιόδου ήταν η αύξηση της τουριστικής κίνησης μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας. Σε αυτό το πλαίσιο, και έπειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, το 1958 επετεύχθη συμφωνία με την ιταλική ναυτιλιακή εταιρεία «Adriatica» για τη διάθεση δύο νεότευκτων επιβατηγών οχηματαγωγών πλοίων (ένα ιταλικών και ένα ελληνικών συμφερόντων) για την εκτέλεση ταξιδιών στη γραμμή Brindisi-Κέρκυρα-Ηγουμενίτσα εντός του θέρους του 1960.
Το κόστος της κατασκευής του «Εγνατία» στα γαλλικά ναυπηγεία Loire-Normandie υπολογίστηκε σε πάνω από 4 εκατ. δολάρια· η γαλλική κυβέρνηση επιχορήγησε τη ναυπήγηση με ένα ποσό που άγγιζε το 1 εκατ. δολάρια, και έτσι το ελληνικό Δημόσιο κατέβαλε περίπου 3.200.000 δολάρια για το «Εγνατία». Αυτό ήταν και το ποσό με το οποίο αγοράστηκε από την ΕΛΜΕΣ το πλοίο, σε μια συμφωνία που απέβλεπε σε μια τοκοχρεολυτική εξόφληση σε βάθος 25 ετών.
Μετά την καθέλκυσή του, το «Εγνατία» θα παραδιδόταν στην ΕΛΜΕΣ από τον λιμένα της Χάβρης στις 18 Ιουλίου 1960, κατέφτασε στον Πειραιά στις 31 Ιουλίου και ξεκίνησε τα δρομολόγιά του από το λιμάνι της Πάτρας την 1η Αυγούστου 1960.
Το «Εγνατία» κάλυπτε την απόσταση 118 μιλίων μεταξύ Κέρκυρας και Brindisi εντός 7 ωρών, με παράλληλη προσέγγιση των λιμανιών της Ηγουμενίτσας και της Πάτρας. Οι ναύλοι ορίστηκαν στις 305 δραχμές για τους επιβάτες και στις 455 δραχμές για τα αυτοκίνητα. Ήδη από τους πρώτους μήνες λειτουργίας, το ελληνικό πορθμείο θα θεωρούνταν μια «επανάσταση» για τη θαλάσσια σύνδεση των δύο χωρών.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Ναυτικών Χρονικών στις 15 Οκτωβρίου 1961, οι αριθμοί που είχε να επιδείξει το «Εγνατία» κατά τη θερινή τουριστική περίοδο (Μάρτιος-Σεπτέμβριος 1961) για τη σύνδεση Ελλάδας-Ιταλίας ήταν ιδιαίτερα σημαντικοί για την εποχή, καθώς είχε μεταφέρει 44.834 επιβάτες και 8.838 τροχοφόρα εντός λίγων μηνών.
Το πρώτο νεότευκτο «ferry boat» της ελληνικής ναυτιλίας θα έμενε στην ιστορία ως ένα από τα πιο επιτυχημένα πλοία της ΕΛΜΕΣ και θα παρέμενε στην υπηρεσία της εταιρείας για πολλές δεκαετίες, μέχρι και το 1995, όταν αποσύρθηκε από την «ενεργό δράση».
Ενδεικτική της σημασίας που είχε το «Εγνατία» για την τουριστική σύνδεση Ελλάδας-Ιταλίας είναι και μια είδηση που δημοσιεύτηκε στο τεύχος των Ναυτικών Χρονικών της 1ης Μαρτίου 1982: ο πλοίαρχος Γεώργιος Μ. Πέτσας, κυβερνήτης του «Εγνατία», έλαβε το παράσημο της ιταλικής δημοκρατίας σε αναγνώριση της προσωπικότητάς του και των επαγγελματικών του προσόντων, καθώς και της εν γένει προσφοράς του προς την ανάπτυξη της τουριστικής κίνησης στη γραμμή Ελλάδα-Ιταλία.
Η ναυπήγηση του «Εγνατία» και η καθιέρωση της γραμμής Ελλάδα-Ιταλία συνιστούν ένα σημαντικό επεισόδιο στην ιστορία της ελληνικής επιβατηγού ναυτιλίας αλλά και στην ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα μας, αποτελώντας το επιστέγασμα μιας κοινής ελληνο-ιταλικής πρωτοβουλίας, τα οφέλη της οποίας συνεχίζονται μέχρι και τις μέρες μας.
Πηγή: Ναυτικά Χρονικά