Στις 19 Δεκεμβρίου 1968, το ναυπηγείο Seebeck της A.G. Weser/Krupp στο Μπρεμερχάβεν παρέδωσε στον πλοιοκτήτη του το νεότευκτο «Monika Wiards». Η γερμανική αυτή ναυπήγηση αποτέλεσε ένα από τα πρώτα πλοία του «Τύπου 36» που σχεδίασαν οι εν λόγω γιάρδες ως απάντηση της γερμανικής ναυπηγικής βιομηχανίας στην ανάγκη αντικατάστασης των Λίμπερτυ, που βρίσκονταν ακόμη σε θαλάσσια υπηρεσία. Η συγκεκριμένη ανάγκη της αγοράς αναδείχθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1960, με νέους τύπους πλοίων να εμφανίζονται σε ναυπηγεία ανά τον κόσμο σε μια προσπάθεια να ανταποκριθούν στην επικείμενη απόσυρση των τελευταίων Λίμπερτυ.
Η καθέλκυση του «Monika Wiards» κέντρισε το διεθνές ναυτιλιακό ενδιαφέρον και τα Ναυτικά Χρονικά, θέλοντας να παρουσιάσουν το σύγχρονο πλοίο πρωτοποριακής σχεδίασης και εξοπλισμού, προχώρησαν σε ολοσέλιδο αφιέρωμα στο τεύχος της 15ης Φεβρουαρίου 1969. Το αφιέρωμα αποτελούνταν στην ουσία από την ανταπόκριση του μηχανολόγου Κ. Γ. Βασιλόπουλου από τη Βρέμη, τον Ιανουάριο του 1969, ο οποίος προχώρησε σε λεπτομερή περιγραφή του «Τύπου 36» και των πλεονεκτημάτων του.
Όπως αναφέρει ο αρθρογράφος, ο «Τύπος 36» δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός στην ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα. Η A.G. Weser/Krupp απέφυγε να διαφημίσει το νέο πλοίο, και μάλιστα να το προωθήσει στη διεθνή ναυτιλιακή βιομηχανία ως «αντιλίμπερτυ», προτιμώντας να επικεντρωθεί στα σύγχρονα στοιχεία του πλοίου και να το παρουσιάσει ως κάτι ανώτερο ποιοτικά και τεχνολογικά.
To «Monika Wiards» κατασκευάστηκε υπό την επίβλεψη του γερμανικού νηογνώμονα. Είχε μήκος 141,2 μ., πλάτος 21 μ. και διέθετε χωρητικότητα 15.480 dwt. Για την πρόωσή του, το πλοίο έφερε μηχανή ΜΑΝ τύπου V6V 40/54, ισχύος 6.250 ίππων, που προσέφεραν ταχύτητα 15¼ κόμβων. Ο ανταποκριτής του περιοδικού το χαρακτηρίζει ως «ικανής χωρητικότητος και ταχύτητος», ενώ διέθετε υποδειγματικό εξοπλισμό, προσαρμοσμένο στις σύγχρονες για την εποχή μεθόδους φορτώσεως.
Τα ναυπηγεία της Weser, εργαζόμενα «αθορύβως και συστηματικώς», κατάφεραν να ολοκληρώσουν την κατασκευή ενός αποδοτικού και οικονομικού τύπου φορτηγού πλοίου. Πιο συγκεκριμένα, δόθηκε έμφαση στο χαμηλό κόστος κατασκευής και στην άριστη ποιότητα εργασίας, καθώς και στην επίτευξη ικανοποιητικής χωρητικότητας.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του πλοίου ήταν ότι είχε σχεδιαστεί ώστε να μπορεί να μεταφέρει και containers, συνεπώς βασικό μέλημα των ναυπηγών υπήρξε η ευστάθεια του πλοίου. Ταυτόχρονα, διέθετε άριστες υδροδυναμικές ιδιότητες, χάρη στις ναυπηγικές γραμμές της γάστρας καθώς και χάρη στην εφαρμογή της βολβοειδούς πρύμνης και πρώρας.
Αναφέρεται επίσης η δυνατότητα εξοπλισμού του πλοίου με περαιτέρω τεχνολογίες, βάσει των επιχειρησιακών δυνατοτήτων στις οποίες προσέβλεπε ο παραγγελιοδότης. Εντύπωση προκαλεί μάλιστα το γεγονός ότι αναφέρονται σχεδιαστικές παραλλαγές του πλοίου, που θα του προσέφεραν τη δυνατότητα να ταξιδέψει σε παγετώδεις θαλάσσιες περιοχές.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε επίσης στα κλιματιζόμενα ενδιαιτήματα του «Monika Wiards», τα οποία μπορούσαν να φιλοξενήσουν πλήρωμα 36 ανδρών, με δύο καμπίνες να λειτουργούν ως το νοσοκομείο του πλοίου.
Το αφιέρωμα των Ναυτικών Χρονικών στην έναρξη πλόων για τα πλοία «Τύπου 36» αποτελεί μια ενδιαφέρουσα πτυχή της ναυτιλιακής ιστορίας, σε μια περίοδο που η ναυπηγική βιομηχανία καλούνταν να σχεδιάσει και να προσφέρει στην αγορά νέους τύπους σκαφών. Το «Monika Wiards» και τα αδελφά πλοία που ακολούθησαν αποτέλεσαν μία ακόμα επιλογή στην παγκόσμια αγορά για όσους πλοιοκτήτες ήθελαν να αντικαταστήσουν τα «υπέργηρα» πλέον Λίμπερτυ που είχαν στη διαχείρισή τους. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι τα περισσότερα κράτη με ναυπηγική παράδοση αλλά και έντονη δραστηριότητα στην κατασκευή νεότευκτων μεταπολεμικά ‒όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία και η Γερμανία‒ αναζήτησαν, σχεδίασαν και εν τέλει δημιούργησαν τις δικές τους εκδοχές «αντιλίμπερτυ».
Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για την κατασκευή και τα χαρακτηριστικά του «Monika Wiards» εδώ.