Στο τεύχος της 1ης Νοεμβρίου 1960, τα Ναυτικά Χρονικά πραγματοποίησαν ένα πολυσέλιδο αφιέρωμα στην τελετή για τον εορτασμό της νηολόγησης του χιλιοστού πλοίου στην ελληνική σημαία. Επρόκειτο για το δεξαμενόπλοιο «Atlantic Queen» του Σταύρου Λιβανού και η εγγραφή του στο εθνικό νηολόγιο χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό τόσο από τη ναυτιλιακή κοινότητα όσο και από τους εκπροσώπους της ελληνικής πολιτείας. Ολοκληρώνοντας το αφιέρωμά της, η συντακτική ομάδα του περιοδικού αποφάσισε να πραγματοποιήσει μια σύντομη αναδρομή σε ένα σημαντικό πλοίο ‒άρρηκτα συνδεδεμένο με τη διαχείριση πλοίων μεταφοράς πετρελαίου‒ από το παρελθόν της ελληνικής ναυτιλίας.
Τα πλοίο που παρουσίασαν τα Ναυτικά Χρονικά ήταν το «Ιωάννης Κούτσης», το πρώτο δεξαμενόπλοιο της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας. Το ιστορικό αυτό δεξαμενόπλοιο ανήκε στον παλαιό εφοπλιστικό οίκο των Αδελφών Κούτση, που έλκυε την καταγωγή του από τις Σπέτσες και ήταν εγκατεστημένος στον Πειραιά την περίοδο 1870-1916. Το πλοίο είχε ναυπηγηθεί από τα αγγλικά ναυπηγεία W. G. Armstrong Mitchell and Co. το 1888, ως «Caucase», για Βέλγους εφοπλιστές και αγοράστηκε από τον Οίκο Κούτση το 1898. Διέθετε χωρητικότητα 2.800 τόνων και ταχύτητα 11 κόμβων. Το πρώτο δεξαμενόπλοιο της ελληνικής ναυτιλίας υπήρξε και ένα από τα πρώτα δεξαμενόπλοια που είχαν κατασκευαστεί εκείνη την περίοδο στην Αγγλία. Μάλιστα, ήταν και το μοναδικό πλοίο του τύπου του εγγεγραμμένο στο ελληνικό νηολόγιο για πολλά χρόνια.
Όπως αναφέρεται στην ιστορική αναδρομή των Ναυτικών Χρονικών, το «Ιωάννης Κούτσης» συνήθως ξεκινούσε τους εμπορικούς του πλόες από ρωσικούς ή ρουμανικούς λιμένες με προορισμό τα λιμάνια της Μεσογείου, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ηπειρωτικής Ευρώπης. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της περιόδου κατά την οποία ταξίδευε το δεξαμενόπλοιο ήταν ότι η χρήση του ακάθαρτου πετρελαίου το οποίο μετέφερε ήταν πολύ περιορισμένη. Μάλιστα, οι πλοιοκτήτες του, έπειτα από μετατροπές που έγιναν στον Πειραιά, διαμόρφωσαν έτσι το πλοίο, ώστε να μπορεί να μεταφέρει και «στερεόν φορτίον», όπως γεννήματα, κάρβουνα κ.ά.
Ιδιαίτερης σημασίας στην ιστορία του «Ιωάννης Κούτσης» υπήρξε η δραστηριοποίησή του κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912 και του 1913. Το πλοίο επιτάχθηκε από την ελληνική κυβέρνηση και ακολούθησε το Πολεμικό Ναυτικό κατά τις επιχειρήσεις του. Συνήθως συνόδευε στις αποστολές τους τα αντιτορπιλικά «Λέων», «Πάνθηρ», «Αετός», «Ιέραξ». Τα πολεμικά αυτά πλοία είχαν αγοραστεί εσπευσμένα από την κυβέρνηση της Αργεντινής και έμειναν στην ιστορία ως «θηρία» του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Τα συγκεκριμένα αντιτορπιλικά χρησιμοποιούσαν για την πρόωσή τους πετρέλαιο και επομένως το «Ιωάννης Κούτσης» θα τα συνόδευε στις ιδιαίτερα επιτυχείς επιχειρήσεις εναντίον του τουρκικού στόλου, έχοντας ως βάση του τον Μούδρο στη Λήμνο.
To σύντομο ιστορικό αφιέρωμα των Ναυτικών Χρονικών ολοκληρώθηκε με την αναφορά για πώληση του «Ιωάννης Κούτσης» σε νορβηγική ναυτιλιακή εταιρεία στις αρχές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μάλιστα, όπως αναφέρει το περιοδικό, από το 1916 ο εφοπλιστικός οίκος Κούτση θα αποσυρόταν από το ναυτιλιακό επιχειρείν.
Μπορείτε να διαβάσετε το αφιέρωμα των Ναυτικών Χρονικών στο «Ιωάννης Κούτσης» εδώ.
Η ψηφιοποίηση του αρχείου των τευχών από το 1931 έως το 1983 είναι μια ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Ευγενίδου, στη μνήμη της Μαριάνθης Σίμου.