Η ναυλαγορά αποτελεί το σημείο συνάντησης της προσφοράς και της ζήτησης θαλάσσιων μεταφορικών υπηρεσιών, στο οποίο καθορίζεται ο ναύλος, δηλαδή η τιμή της μεταφορικής υπηρεσίας και κλείνεται η συμφωνία μεταφοράς, δηλαδή η ναύλωση.
Στη ναυτιλία χύδην φορτίων, πλοιοκτήτες, φορτωτές και άλλοι βασικοί συντελεστές συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλίσουν την ομαλή μεταφορά αγαθών μεταξύ λιμένων. Καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει ο ναυλομεσίτης, που λειτουργεί ως γέφυρα επικοινωνίας και διαπραγμάτευσης μεταξύ των δύο πλευρών, καθώς και ο πράκτορας, που αναλαμβάνει την υλοποίηση της συμφωνίας στο λιμάνι.
Πιο συγκεκριμένα, οι βασικοί συντελεστές της ναυλαγοράς είναι:
Α. Ο πλοιοκτήτης
Ο κάθε πλοιοκτήτης προσέρχεται στη ναυλαγορά έχοντας ένα αξιόπλοο πλοίο (ή πλοία) το οποίο είναι ελεύθερο από φορτίο και διατίθεται για ναύλωση. Με βάση τον ορισμό της ναυλαγοράς, οι δυνατότητες ναύλωσης του πλοίου αυτού δεν είναι απεριόριστες. Αντίθετα περιορίζονται μεταξύ των άλλων από την μεταφορική του ικανότητα, τον γεωγραφικό τόπο στον οποίο κινείται την δεδομένη στιγμή και τα φορτία που μπορεί να μεταφέρει. Επιπλέον, σημαντικός παράγοντας είναι και οι μελλοντικές υποχρεώσεις που μπορεί να έχει το πλοίο.
Β. Ο φορτωτής
O φορτωτής έχει ένα φορτίο το οποίο θέλει να μεταφερθεί. Το είδος του φορτίου, η ποσότητά του, τα φυσικά χαρακτηριστικά του φορτίου, η διάρκεια της μεταφοράς και τα λιμάνια μεταξύ των οποίων θα μεταφερθεί είναι οι βασικοί παράγοντες που περιορίζουν το εύρος επιλογής του φορτωτή.
Ο πλοιοκτήτης και ο φορτωτής έρχονται σε επαφή απ’ ευθείας μεταξύ τους προκειμένου να ρυθμίσουν τους όρους της ναύλωσης και να υπογράψουν το ναυλοσύμφωνο. Είναι όμως πιθανόν ο πλοιοκτήτης και ο φορτωτής να μην γνωρίζονται μεταξύ τους καθώς το παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο περιλαμβάνει χιλιάδες ναυτιλιακές επιχειρήσεις και χιλιάδες φορτωτές. Πρέπει λοιπόν στον μηχανισμό της ναυλαγοράς να προστεθεί ένας παράγοντας που είναι βασικός για την ολοκλήρωση μια συμφωνίας μεταφοράς δηλαδή μιας ναύλωσης. Ο παράγοντας αυτός αναφέρεται στους ναυλομεσίτες.
Γ. Ο ναυλομεσίτης
Ο βασικός ρόλος των ναυλομεσιτών είναι να φέρουν σε επαφή τα δύο συναλλασσόμενα μέρη και να διευκολύνουν την συνεργασία τους.
Ο ναυλομεσίτης του πλοιοκτήτη και ο ναυλομεσίτης του φορτωτή, που μπορεί να είναι και το ίδιο πρόσωπο, γνωρίζοντας τις απαιτήσεις των εντολέων τους (τύπος πλοίου, γεωγραφική περιοχή στην οποία βρίσκεται, ημερομηνίες που θα είναι διαθέσιμο, ναύλος που απαιτείται, φορτίο, όγκος λιμάνι φόρτωσης και εκφόρτωσης κ.λ.π.) έρχονται σε επαφή και διαπραγματεύονται τους όρους της συμφωνίας μεταφοράς δηλαδή τους όρους του ναυλοσυμφώνου. Φυσικά, υπάρχουν και οι περιπτώσεις που πλοιοκτήτες και φορτωτές έρχονται απευθείας σε επαφή και διαπραγματεύονται τους όρους της ναύλωσης χωρίς την μεσολάβηση ναυλομεσιτών. Αυτό γίνεται συνήθως στις περιπτώσεις που υπάρχει σταθερή συνεργασία μεταξύ των δύο. Τέτοιες περιπτώσεις αφορούν ναυπλιακές επιχειρήσεις με μεγάλους στόλους και επαρκή διοικητική υποδομή. Καθώς όμως η συμφωνία μεταφοράς είναι μια σύνθετη συναλλαγή, που απαιτεί για την ολοκλήρωσή της πολλές ικανότητες και γνώσεις, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων χρησιμοποιεί τους ναυλομεσίτες οι οποίοι κατά κανόνα, εκτός από την πληροφόρηση για την αγορά, έχουν και τις εξειδικευμένες ικανότητες και γνώσεις που απαιτούνται (νομοθεσία, πληροφόρηση, τεχνικές γνώσεις, διαπραγματευτική ικανότητα, κ.α.). Για τις υπηρεσίες που παρέχει ο ναυλομεσίτης αμείβεται με ποσοστό επί του ναύλου, το οποίο συνήθως είναι 1,25%.
Άλλος σημαντικός ρόλος του ναυλομεσίτη, ειδικά αυτού που συνεργάζεται με μικρές ναυτιλιακές επιχειρήσεις οι οποίες έχουν περιορισμένες δυνατότητες να αποκτήσουν τρέχουσα πληροφόρηση για την αγορά και τις συνθήκες που επικρατούν σε αυτή, είναι η κάλυψη αυτού του κενού. Σε πολλές μικρές ναυτιλιακές επιχειρήσεις σαν κύρια πηγή πληροφόρησης αναφέρεται ο ναυλομεσίτης με τον οποίο συνεργάζονται. Από αυτή την άποψη, γίνεται αντιληπτό, ότι ένα από τα στοιχεία που προσθέτουν ανταγωνιστικότητα σε ένα ναυλομεσίτη, είναι η πληροφόρηση που έχει. Τα οργανωμένα ναυλομεσιτικά γραφεία παρέχουν την πληροφόρηση αυτή σε οργανωμένη βάση, μέσω των διαφόρων reports που εκδίδουν για χρήση των πελατών τους.
Δ. Ο πράκτορας
Από τη στιγμή που θα κλειστεί η ναύλωση, ένα πρόσωπο που παρεμβαίνει στη διαδικασία είναι ο πράκτορας (agent) του πλοιοκτήτη (ή του ναυλωτή). Ο πράκτορας είναι το άτομο που ενεργεί για λογαριασμό ενός εντολέα με τρόπο ώστε ο εντολέας να παραμένει νομικά υπεύθυνος για όλες τις ενέργειες που εκτελούνται από τον πράκτορα εξαιτίας της σχέσης πρακτορείας. Ο πράκτορας είναι ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη και του πλοιάρχου σε κάποιο λιμάνι, σε μόνιμη ή περιστασιακή βάση. Μεταξύ των υποχρεώσεών του είναι η ειδοποίηση άφιξης και αναχώρησης του πλοίου, η αγκυροβολία και η παραβολή του πλοίου σε κατάλληλη θέση, η ρύθμιση των διαδικασιών φόρτωσης και εκφόρτωσης του πλοίου, η συλλογή των φορτωτικών, η συλλογή του ναύλου, η μέριμνα για τον εφοδιασμό του πλοίου με καύσιμα, τρόφιμα και άλλα υλικά, η διευθέτηση των λιμενικών διατυπώσεων, η φροντίδα για την εκτέλεση των αναγκαίων δεξαμενισμών και επισκευών, η κάλυψη κενών σε προσωπικό κι ο επαναπατρισμός των ναυτικών και άλλες σχετικές εργασίες (Branch, 1996, 328). H αμοιβή του πράκτορα υπολογίζεται συνήθως σαν ποσοστό του κύκλου εργασιών τον οποίο πραγματοποιεί και το ποσό που τελικά εισπράττει ονομάζεται πρακτορειακό δικαίωμα (Αgency free).
Ο πράκτορας του πλοιοκτήτη και του ναυλωτή μπορεί να είναι το ίδιο πρόσωπο. Στην περίπτωση όμως που στο ναυλοσύμφωνο περιλαμβάνεται ο όρος ή ρήτρα «διευθύνσεως» (Clause d’ adresse), ο ναυλωτής ορίζει δικής του επιλογής πράκτορα αναθέτοντάς του τη μέριμνα για τη φόρτωση ή εκφόρτωση του φορτίου, στον οποίο απευθύνεται ο πλοίαρχος με την άφιξή του στο λιμάνι. Στην περίπτωση αυτή ο πράκτορας του πλοιοκτήτη φροντίζει για την προστασία των συμφερόντων του πλοίου, τα οποία μπορεί να θιγούν από τις ενέργειες του πράκτορα του ναυλωτή (Ναυτιλιακή Εγκυκλοπαίδεια, Β., 1980, 250-51).
Απόσπασμα από πανεπιστημιακές σημειώσεις του καθ. Ιωάννη Θεοτοκά, 2001