Η έννοια της απόρριψης φορτίου στη θάλασσα ‒συνήθως σε θαλασσοταραχή και μετά από επικίνδυνη μετατόπιση‒ με σκοπό τη σωτηρία του πλοίου είναι τόσο παλιά όσο και τα ίδια τα πλοία. Αυτή η πράξη, που συχνά αποτελούσε ζήτημα επιβίωσης για τα πληρώματα και τα φορτία, δεν συνιστά μόνο τεχνική αντίδραση σε κρίσιμες καταστάσεις, αλλά θεμελιώθηκε ιστορικά ως αναγκαία πρακτική πριν ακόμα από την καθιέρωση της ναυτικής ασφάλισης.
Ακριβώς αυτή η πρακτική αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη του θεσμού της γενικής αβαρίας, ο οποίος συνεχίζει να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη ναυτιλία. Συνεπώς, υφίσταται πράξη γενικής αβαρίας όταν ‒και μόνο όταν‒ συντελείται ασυνήθης θυσία ή δαπάνη ευλόγως και εκ προθέσεως για την κοινή ασφάλεια, με πρόθεση να προστατευτεί από τον κίνδυνο περιουσία συμμετέχουσα σε κοινή ναυτική περιπέτεια.
Οι τέσσερις γενικές αρχές για αποδοχή δαπάνης ή θυσίας στη ρύθμιση της γενικής αβαρίας είναι οι εξής:
· Η θυσία ή η δαπάνη πρέπει να είναι ασυνήθης, δηλαδή να μην περιλαμβάνεται στις συνήθεις δαπάνες που αφορούν τον πλοιοκτήτη κατά την εκπλήρωση της υποχρέωσής του εις μεταφορά.
· Η πράξη πρέπει να είναι είτε εκ προθέσεως είτε ηθελημένη και όχι αναπόφευκτη. Δεν είναι δυνατόν να αποτελέσει αντικείμενο γενικής αβαρίας περιουσιακό στοιχείο το οποίο έχει ήδη χαθεί.
· Πρέπει να υφίσταται πραγματικός και σημαντικός κίνδυνος.
· Η δράση πρέπει να έχει ως αντικείμενο το κοινό συμφέρον (πλοίου και φορτίου).
Σε περιπτώσεις γενικής αβαρίας, ο ρόλος του πλοιάρχου είναι ιδιαίτερα σημαντικός, διότι δρα με γνώμονα την κρίση του ως επαγγελματίας, με κύριο μέλημα την ασφάλεια του πλοίου, του πληρώματος και του φορτίου και όχι τη μετέπειτα ρύθμιση της αβαρίας. Η ρύθμιση της αβαρίας έρχεται εκ των υστέρων και «θεραπεύει» ζημιές που υπέστη η πλευρά του φορτίου και του πλοίου από αποφάσεις του πλοιάρχου οι οποίες υπαγορεύτηκαν από τις συνθήκες του ατυχήματος.
*Οι πληροφορίες για το παραπάνω άρθρο αντλήθηκαν από το βιβλίο «Ναυτιλιακή Θεωρία & Επιχειρηματικότητα στην Εποχή της Ποιότητας», των Άλκη Ι. Ε. Κορρέ και Γιάννη Ν. Θανόπουλου Εκδοτικός Οίκος INTERBOOKS, σ. 64.