Του καπτ. Γεώργιου Γεωργούλη
Τόπος καταφυγής είναι ο τόπος όπου ένα πλοίο που χρειάζεται άμεση βοήθεια μπορεί να προσεγγίσει, για να μπορέσει να σταθεροποιήσει την κατάστασή του και να μειώσει τους κινδύνους για τη ναυσιπλοΐα, την προστασία της ανθρώπινης ζωής και του περιβάλλοντος. Τέτοιοι χώροι μπορεί να είναι: λιμάνι, καταφύγιο κοντά στην ακτή, είσοδος, λιμνοθάλασσα, όρμος, φιόρδ ή κόλπος ή οποιοδήποτε τμήμα της ακτής. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκδώσει επιχειρησιακές οδηγίες για τα πλοία που χρειάζονται βοήθεια.
Οι διεργασίες σχετικά με αυτές τις οδηγίες άρχισαν μετά το περιστατικό του «MSC Flaminia», το οποίο το 2012 παρέμεινε έρμαιο της θάλασσας για εβδομάδες μέχρι να του χορηγηθεί τελικά λιμάνι καταφυγής στη Γερμανία. Η ευρωπαϊκή ομάδα εργασίας ασχολήθηκε με την αξιολόγηση της βελτίωσης της υφιστάμενης νομοθεσίας και με το να ανακαλύψει τους λόγους που τα κράτη-μέλη της ΕΕ χρειάστηκαν τόσο χρόνο για να παράσχουν τελικά ασφαλή καταφύγια. Επίσης, το 2012 δεν δόθηκε καταφύγιο από τα παράκτια κράτη, όταν, σε απόσταση 40 ν.μ. από τη Σαουδική Αραβία και μετά από έκρηξη, ακολούθησε πυρκαγιά στο πλοίο «M/T Stolt Valor», παρά τα επανειλημμένα αιτήματα. Το περιστατικό επιτάχυνε την έκδοση των οδηγιών.
Τέσσερα χρόνια μετά το περιστατικό «MSC Flaminia», συμφωνήθηκαν σε ολόκληρη την ΕΕ νέες διαδικασίες αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης για τα πλοία που διατρέχουν κίνδυνο. Αρκετοί φορείς του κλάδου συμμετείχαν μαζί με τα κράτη-μέλη της ΕΕ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την EMSA στην έκδοση της οδηγίας. Ο στόχος ήταν να εξασφαλιστεί καλύτερος συντονισμός και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών-μελών και του πλοίου που βρίσκεται σε κίνδυνο. Υπογραμμίζεται επίσης ότι δεν πρέπει να υπάρχει άρνηση πρόσβασης σε οτιδήποτε (εμπορικό ή οικονομικό), πέραν των λόγων ασφαλείας. Οι νέες επιχειρησιακές οδηγίες υποβλήθηκαν στα τέλη Ιανουαρίου του 2016 και τελικά τον Φεβρουάριο του 2018 τροποποιήθηκαν, ενσωματώνοντας το πλαίσιο συνεργασίας κρατών-μελών της ΕΕ για περιστατικά που αφορούν περιστατικά εκτός δικαιοδοσίας οποιουδήποτε κράτους (ανοικτή θάλασσα).
Μετά τα πρόσφατα θαλάσσια περιστατικά, που αφορούν πλοία που διατρέχουν κίνδυνο σε ύδατα εκτός της δικαιοδοσίας οποιουδήποτε κράτους, τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (EMSA), αποφάσισαν να επανεξετάσουν το πλαίσιο συνεργασίας και τον συντονισμό μεταξύ των κρατών σε τέτοιες περιπτώσεις, για τη βελτίωση των υφιστάμενων ρυθμίσεων και ως εκ τούτου η τελευταία αναθεωρημένη έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2018.
Γενικά, η απόφαση για τον τόπο καταφυγής λαμβάνεται μετά από διαβουλεύσεις, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν τις τοπικές αρχές λιμένα, τα κέντρα ελέγχου της κυκλοφορίας και άλλες τοπικές αρχές που εκπροσωπούν τα κοινωνικο-οικονομικά και περιβαλλοντικά συμφέροντα, ανάλογα με την περίπτωση. Στη διαδικασία λήψης αποφάσεων θα λαμβάνονται υπόψη και οι συμβουλές εμπειρογνωμόνων από νομικούς, περιβαλλοντικούς, ναυτικούς και άλλους σχετικούς κλάδους.
Η θέσπιση των επιχειρησιακών οδηγιών είναι, ωστόσο, μόνο ένα πρώτο βήμα για την εξασφάλιση πρόσβασης σε τόπο καταφυγής για τα πλοία που έχουν άμεση ανάγκη βοήθειας. Με λίγα λόγια, η πραγματική επιτυχία των επιχειρησιακών οδηγιών θα αποδειχθεί καθώς συμβαίνουν τα περιστατικά.
Τέλος, πρέπει η κατάσταση του πλοίου που ζητάει τόπο καταφυγής να κρίνεται σωστά και στη λήψη της απόφασης για την παροχή βοήθειας πρέπει να αξιολογούνται τα ακόλουθα κριτήρια:
– Ασφάλεια και προστασία προσώπων επί του πλοίου.
– Ασφάλεια του πλοίου και του φορτίου.
– Προστασία της θάλασσας και των παράκτιων περιοχών.
– Προστασία των ευαίσθητων εγκαταστάσεων και των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων στην περιοχή (π.χ. ιχθυοκαλλιέργειες).
– Καιρικές συνθήκες.
– Ο αντίκτυπος σε τερματικά ή/και εγκαταστάσεις ιδιωτικής χρήσης τρίτων μερών.
– Κατάλληλο μέρος για υποβρύχιες επιθεωρήσεις που λαμβάνουν υπόψη την υποβρύχια ορατότητα και τις καιρικές συνθήκες που επιτρέπουν την εκτίμηση της δομικής ακεραιότητας του πλοίου από δύτες.
– Παλιρροϊκές συνθήκες
– Επαρκής χώρος ελιγμών για τον χειρισμό ενός ρυμουλκούμενου πλοίου.
– Πρόσβαση μέσω της ξηράς και της θάλασσας για την ανάπτυξη εξοπλισμού διάσωσης και αντιμετώπισης της ρύπανσης.
– Ζητήματα ασφάλειας σε σχέση με το ISPS.