Ναυτιλία & Τεχνητή Νοημοσύνη: Εκπαιδευτικές προκλήσεις και ευκαιρίες

0
Του Κώστα Χλωμούδη, Καθηγητή Τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς

Του καθ. Κώστα Χλωμούδη, Καθηγητή Τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς

Η ελληνική ναυτιλία, ένας κολοσσός παγκοσμίως, με ηγετική θέση σε πλήθος ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, φαίνεται πως αντιμετωπίζει με φοβία και επιφυλάξεις την τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ).

Αν και η ΤΝ φαίνεται να δημιουργεί εφικτές προσδοκίες ώστε να φέρει επανάσταση σε πλήθος πτυχών της ναυτιλιακής βιομηχανίας, από τη βελτιστοποίηση πλοήγησης και την πρόβλεψη καιρικών φαινομένων έως την αυτοματοποίηση διεργασιών και τη λήψη τεκμηριωμένων επιχειρηματικών αποφάσεων, η υιοθέτησή της από τους Έλληνες πλοιοκτήτες και το ευρύτερο ναυτιλιακό σύμπλεγμα στη χώρα κινείται με αργούς ρυθμούς.

Πολλοί είναι οι παράγοντες που συντελούν και σε κάποιον βαθμό δικαιολογούν αυτή την επιφυλακτικότητα. Ένας βασικός φόβος εστιάζεται στις αβεβαιότητες που εγείρει η ΤΝ. Η έλλειψη σαφούς ρυθμιστικού πλαισίου και η πιθανότητα κυβερνοεπιθέσεων είναι κάποια στοιχεία που τροφοδοτούν τον δισταγμό στη δυναμική αξιοποίηση και στη χρήση αυτών των νέων τεχνολογιών.

Επιπλέον, η έλλειψη τεχνογνωσίας αποτελεί σημαντικό εμπόδιο. Η ναυτιλιακή κουλτούρα, εστιασμένη στην εμπειρία και στην παράδοση, δυσκολεύεται να αγκαλιάσει άμεσα τις δυνατότητες της ΤΝ. Η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και η ανάγκη για εκπαίδευση σε νέες δεξιότητες φέρνουν στο προσκήνιο την ανάγκη για ουσιαστική στήριξη από εκπαιδευτικά ιδρύματα και ερευνητικούς φορείς. Σχέση όμως που, κυρίως λόγω μιας παράδοσης στον ναυτιλιακό χώρο, δεν έχει αποκτήσει τη λογική κοινή δράση και περπατησιά.

Άλλος σημαντικός παράγων φαίνεται να είναι η έλλειψη χρηματοδότησης των μεσαίων ελληνικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων για έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της ΤΝ, για καινοτόμες και πιλοτικές ναυτιλιακές εφαρμογές.

Συζητώντας με αρκετές δραστήριες και δυναμικές προσωπικότητες του ελληνικού ναυτιλιακού cluster, μπορεί να αντιληφθεί κανείς πως για πρώτη φορά καταγράφεται, σε πολλούς από τους παίκτες, που δεν αφορά μόνο στην πλοιοκτησία αλλά και σε προμηθευτές προς τη ναυτιλία τέτοιων υπηρεσιών, η σημασία και η αξία που μπορεί να έχει μια στοχευμένη δράση χρηματοδότησης του σχετικού αντικειμένου, για εξέλιξη και χρήση της ΤΝ στη ναυτιλιακή δραστηριότητα. Η περιορισμένη χρηματοδότηση σχετικών δράσεων από πλευράς τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα περιορίζει τις δυνατότητες για ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων και υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών.

Μπορούμε πλέον να μιλήσουμε και να εντοπίσουμε την ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου για την ενσωμάτωση της ΤΝ στη ναυτιλία και την ενίσχυση και την ενθάρρυνση συνεργασιών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών, πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων, με σχετική διευκόλυνση πρόσβασης σε χρηματοδοτικά προγράμματα.

Προφανώς και θα είναι η πρώτη φορά που στον δημόσιο λόγο επιχειρείται να αμφισβητηθεί η ηγεμονία της αντίληψης πως, σε ό,τι αφορά τη ναυτιλία, το κράτος πρέπει να παραμείνει μακριά…

Τώρα πλέον για το σύνολο των stakeholders (δρώντων παραγόντων) ο όρος «πολιτική για ναυτιλιακές δραστηριότητες» δεν είναι πλέον ταμπού, όπως είχε επικρατήσει μέχρι πρόσφατα.

Το βλέπουμε ξεκάθαρα στο επίπεδο της Ευρώπης και όλοι αντιλαμβάνονται ότι για την Ελλάδα θα έχει προστιθέμενη αξία, αν δείξει πως είναι αποφασισμένη να ωφεληθεί από τη ναυτιλιακή δραστηριότητα, υποστηρίζοντας πτυχές και δράσεις σχετικές με την ΤΝ που έχουν βάση τη χώρα μας.

Ουσιαστικά, αφορά μια σημαντική πρόκληση στην παρούσα φάση, με τη σχηματοποίηση ενός αξιόπιστου και λειτουργικού θεσμικού πλαισίου από τα συναρμόδια υπουργεία (Ναυτιλίας, Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας και Οικονομικών) με την προφανή και αναμφισβήτητη συμμετοχή θεσμικών εκπροσώπων της ναυτιλίας και του σχετικού cluster.

Η Ελλάδα καλείται, μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι, να μετατρέψει τις σύγχρονες προκλήσεις σε ευκαιρίες για τη χώρα, για τους εργαζομένους με αναφορά στη ναυτιλιακή δραστηριότητα και προφανώς για τους ίδιους τους επιχειρηματίες και επενδυτές.

Η ψηφιοποίηση και η ΤΝ, συνολικά αυτό που ονομάζουμε Βιομηχανική Επανάσταση, είναι προκλήσεις που αντιμετωπίζει κάθε κλάδος της οικονομίας. Υπό αυτή την έννοια, οι δραστηριότητες αυτές στη ναυτιλία δημιουργούν την εικόνα ότι αναπτύσσονται σε αχαρτογράφητα νερά. Πράγματι, υπάρχει ο «διπλός κίνδυνος» του First mover. Και εφόσον μιλάμε για μεσαία και μικρά μεγέθη επιχειρήσεων παραγωγής αυτών των υπηρεσιών, υπάρχει ο κίνδυνος να αποτύχεις επιχειρηματικά στην παραγωγή λόγω του υψηλού κόστους συγκριτικά με την Άπω Ανατολή.

Είναι γεγονός ότι η ΤΝ τρομάζει. Όμως, αν αφήσουμε τον φόβο να μας κυριεύσει, θα χάσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι την ευκαιρία και τη δυναμική που έλκει την επιχειρηματικότητα, την κοινωνία και την επιστήμη προς τα εμπρός.

Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα, τηρουμένων των αναλογιών, παρουσίασε σχετικές αντιδράσεις και επιφυλακτική υποδοχή.

Στις διάφορες συζητήσεις με αφορμή τα «Ποσειδώνια», πολλοί/ες ήταν εκείνοι/ες που θυμήθηκαν τη μετάβαση από το «τεφτέρι» του πλοιοκτήτη στην πρώτη προσπάθεια μηχανογράφησης. Ακολούθησε αργότερα η μετάβαση από τη μηχανογράφηση στη μηχανοργάνωση και, πριν προλάβουν να απολαύσουν τις ωφέλειες από τη χρήση τέτοιων τεχνικών, ήρθαν τα ERP (Ολοκληρωμένα Πληροφοριακά Συστήματα), όπου, πιο ώριμοι από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν, επιχείρησαν σχετικά γρήγορη προσαρμογή και αξιοποίησή τους.

Η ένταση της επιφυλακτικότητας όμως ξαναφάνηκε στη μετάβαση από το ERP στο διαδίκτυο (internet). Υπήρχαν ωστόσο ακολούθως πρωτοπόροι στον χώρο, που με τη βοήθειά τους διευκόλυναν το πέρασμα στην εποχή του internet of things. Αρκετές εταιρείες στα «Ποσειδώνια» παρουσίασαν τις σχετικές υπηρεσίες και προϊόντα τους, άλλες αυτοτελώς και άλλες σε συνεργασία με πανεπιστημιακά εργαστήρια, όπως οι αντίστοιχες ελληνικών συμφερόντων (ΔΑΝΑΟΣ, ΜΤΙΣ κ.ά.), όπου θα συνεχίσουν τη σημαντική συμβολή τους και θα αξιοποιήσουν συνολικά τις δυνατότητες της ΤΝ στη ναυτιλιακή δραστηριότητα, μιας και ήδη πλέον είμαστε στην εποχή του internet of bodies.

Είναι γεγονός ότι και οι σχετικές εταιρείες παραγωγής υπηρεσιών ΤΝ προς τη ναυτιλία και το ευρύτερο cluster, αλλά και τα πανεπιστήμιά μας, για να είναι αποτελεσματικά δεν μπορούν παρά να λειτουργήσουν σε στενή συνεργασία με την ίδια τη ναυτιλία.

Αν η ελληνική πλοιοκτησία και οι σχετικές πλοιοδιαχειρίστριες εταιρείες δεν αντιληφθούν τη σημασία και την αξία για τους ίδιους αυτής της προσπάθειας, δεν θα υπάρξει το μεγαλύτερο δυνατό προσδοκώμενο αποτέλεσμα.

Εξάλλου, αυτό θα είναι και ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό για τους παραγωγούς αυτών των υπηρεσιών. Η εμπιστοσύνη των Ελλήνων πλοιοκτητών στα προϊόντα τους.

Σίγουρα η χρήση της ΤΝ εγείρει πολλά διλήμματα, τα οποία όμως ευρύτερα αποτελούν θέμα συζήτησης και βρίσκουν ήδη σχετικές λύσεις.

Σαφώς, η ασύδοτη επέλαση του αγνώστου γεννά κινδύνους, γι’ αυτό η συζήτηση εστιάζεται στα μοντέλα «ρύθμισης» και στην επεξεργασία στόχων συμπεριληπτικής χρήσης της, στο πλαίσιο της αναβάθμισης των παραγόμενων προϊόντων και προσφερόμενων υπηρεσιών.

Αυτό σημαίνει παρέμβαση του κράτους για «Παραγωγική Ρύθμιση», μέσα από την οποία προσπαθούμε να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα θέσεις εργασίας και προσφέροντας ένα θεσμικό δίχτυ ασφαλείας για τους εργαζομένους. Σίγουρα, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο και απαιτεί εγρήγορση, αποφασιστικότητα και γνώση του αντικειμένου σε βάθος.

Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Η δημιουργία ενός φιλικού προς την ΤΝ ρυθμιστικού πλαισίου, η ενίσχυση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης σε θέματα ΤΝ, η αύξηση της χρηματοδότησης για έρευνα και ανάπτυξη, και η προώθηση συνεργασιών μεταξύ διαφορετικών κλάδων αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση της ΤΝ από την ελληνική ναυτιλία.

Η ΤΝ διαθέτει το δυναμικό να εκσυγχρονίσει και να ενδυναμώσει την ελληνική ναυτιλία, διασφαλίζοντας την ανταγωνιστικότητά της σε ένα ολοένα και πιο απαιτητικό περιβάλλον. Η υιοθέτησή της, με τον κατάλληλο τρόπο και με γνώμονα την αντιμετώπιση των υπαρκτών προκλήσεων, μπορεί να οδηγήσει σε πολλαπλά οφέλη, όπως:

  • Βελτιστοποίηση της ναυτιλιακής λειτουργίας: Η ΤΝ μπορεί να αυτοματοποιήσει πλήθος διεργασιών, από τη διαχείριση καυσίμων έως τη συντήρηση πλοίων, μειώνοντας το κόστος και αυξάνοντας την αποδοτικότητα.
  • Ενίσχυση της ασφάλειας: Η ΤΝ μπορεί να αναλύσει δεδομένα πλοήγησης και καιρού, μειώνοντας τον κίνδυνο ατυχημάτων και προσφέροντας ασφαλέστερες διαδρομές.
  • Προστασία του περιβάλλοντος: Η ΤΝ μπορεί να βελτιστοποιήσει τις διαδρομές πλοίων, μειώνοντας τις εκπομπές ρύπων και συμβάλλοντας στην αειφόρο ανάπτυξη.
  • Λήψη τεκμηριωμένων επιχειρηματικών αποφάσεων: Η ΤΝ μπορεί να αναλύσει δεδομένα αγοράς και ανταγωνισμού, βοηθώντας τους πλοιοκτήτες να λαμβάνουν πιο ενημερωμένες και στρατηγικές αποφάσεις.

Η υιοθέτηση της ΤΝ από την ελληνική ναυτιλία αποτελεί στρατηγική επιλογή για τη διατήρηση της ηγετικής της θέσης στον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη. Η αντιμετώπιση των υπαρκτών προκλήσεων και η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει η ΤΝ οφείλουν να αποτελέσουν προτεραιότητα για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

Εν κατακλείδι, η επιφυλακτικότητα που παρατηρείται στην Ελληνική Ναυτιλία απέναντι στην ΤΝ οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η αβεβαιότητα, η έλλειψη τεχνογνωσίας και η χρηματοδότηση. Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων και η υιοθέτηση της ΤΝ με τον κατάλληλο τρόπο δύνανται να φέρουν πολλαπλά οφέλη και να ενδυναμώσουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής ναυτιλίας σε ένα δυναμικά εξελισσόμενο περιβάλλον.

Η παραπάνω συνέντευξη δημοσιεύθηκε στο Τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2024 των Ναυτικών Χρονικών.

Μπορείτε να αποκτήσετε το Τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2024 πατώντας εδώ.