«Queen Elizabeth 2»: To υπερωκεάνιο-θρύλος της Cunard Line

0

Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο ισχυρός ανταγωνισμός που προέτασσε ο κλάδος των αερομεταφορών ανάγκασε σημαίνουσες ναυτιλιακές εταιρείες, που δραστηριοποιούνταν στον κλάδο της υπερατλαντικής επιβατηγού ναυτιλίας, να επανασχεδιάσουν τις στρατηγικές διαχείρισης των στόλων τους.

Ο εν λόγω κλάδος δεχόταν ισχυρές πιέσεις από αυτόν των αερομεταφορών, ο οποίος είχε αρχίσει να καθιερώνεται στην προτίμηση του επιβατικού κοινού που επιθυμούσε να ταξιδέψει από τη μία ή την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Το γεγονός αυτό εξώθησε πληθώρα ναυτιλιακών εταιρειών, που δραστηριοποιούνταν στην επιβατηγό ναυτιλία, στην πώληση ή ακόμα και στην απόσυρση των πλοίων τους, ώστε να αντιμετωπιστεί η πτωτική πορεία στη ζήτηση εισιτηρίων που παρατηρούνταν εκείνη την περίοδο.

Σε αυτό το πλαίσιο, και όπως αναφέρουν τα Ναυτικά Χρονικά της 1ης Οκτωβρίου 1967, η βρετανική εταιρεία Cunard Line αποφάσισε την απόσυρση δύο ιστορικών υπερωκεανίων της, των «Queen Elizabeth» και «Queen Mary», πλοία που είχαν γράψει τη δική τους ιστορική διαδρομή κατά τον 20ό αιώνα, αλλά που πλέον επέφεραν ζημίες ύψους 1,5 εκατ. λιρών ετησίως για την εταιρεία. Συνολικά η Cunard Line προχώρησε στην πώληση τεσσάρων εκ των επτά επιβατηγών πλοίων της σε διάστημα δύο ετών (1966-1968).

Παράλληλα με την απόφαση της Cunard Line για σταδιακή πώληση μεγάλου αριθμού των πλοίων της, η βρετανική εταιρεία είχε ήδη δρομολογήσει τη στρατηγική ενίσχυση του στόλου της μέσω της ναυπήγησης ενός νέου, υπερσύγχρονου υπερωκεανίου, το οποίο, σύμφωνα με την εταιρεία, θα αποτελούσε μια «απάντηση» στη δημοφιλία των αερομεταφορών. Βασική στόχευση για τη νέα αυτή ναυπήγηση θα ήταν η Cunard να διατηρήσει τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στην υπερατλαντική ναυτιλία, αλλά ταυτόχρονα και το άνοιγμα σε νέες αγορές, με τη δρομολόγηση του πλοίου σε πλόες κρουαζιέρας.

Το πλοίο αυτό δεν ήταν άλλο από το «Queen Elizabeth 2», η κατασκευή του οποίου ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1965 στα ναυπηγεία John Brown and Company (Upper Clyde Shipbuilders) της Σκωτίας. Η είδηση της ναυπήγησης ενός νέου Cunarder αποτελούσε πάντοτε σημαντική εξέλιξη για τα δεδομένα της διεθνούς ναυτιλιακής κοινότητας. Συνεπακόλουθα, η έναρξη κατασκευής του QE2, όπως θα έμενε γνωστό το πλοίο, προκάλεσε την αίσθηση της διεθνούς ναυτιλίας.

Η προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης στην υπερωκεάνιο ναυτιλία, από την πλευρά της Cunard, υπήρξε μάλιστα δέκτης σχολίου μέχρι και από τη βασίλισσα Ελισάβετ. «Έχει αυτή τας καλύτερας πιθανότητας ενός επιτυχούς και επικερδούς μέλλοντος», είχε δηλώσει, εγκωμιάζοντας τις διαχειριστικές ικανότητες της βρετανικής εταιρείας, όπως ανέφεραν τα Ναυτικά Χρονικά της 1ης Δεκεμβρίου 1967 σε στήλη με τίτλο «Τα Ξένα Σχόλια».

Τα Ναυτικά Χρονικά, από την πλευρά τους, φρόντιζαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα να ενημερώνουν το αναγνωστικό τους κοινό για την εξέλιξη στη ναυπήγηση του «Queen Elizabeth 2», η οποία έμελλε να χαρακτηριστεί από πλήθος εμποδίων, κυρίως οικονομικής φύσεως.

Το «Queen Elizabeth 2» καθελκύστηκε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1967, ωστόσο η ολοκλήρωση της ναυπήγησης του νεότευκτου της Cunard Line θα δοκιμαζόταν ποικιλοτρόπως: Τα προβλήματα ρευστότητας της Cunard Line επέφεραν προβλήματα χρηματοδότησης της κατασκευής του. Ειδικότερα, όπως ανέφεραν τα Ναυτικά Χρονικά της 15ης Οκτωβρίου 1967, για τη χρηματοδότηση του «Queen Elizabeth 2», η Cunard Line αναγκάστηκε να δανειστεί από το αγγλικό Δημόσιο κεφάλαιο ύψους 24 εκατ. λιρών, το οποίο ανερχόταν στο 80% του συνολικού κόστους κατασκευής του πλοίου (30 εκατ. λίρες). Με επιτόκιο δανεισμού 4,5% και υπέγγυους τόσο τον επιβατηγό όσο και τον φορτηγό στόλο της εταιρείας, δεν έλειψαν και οι απαισιόδοξες εκτιμήσεις για την απόδοση του πλοίου. Τα Ναυτικά Χρονικά αναφέρουν ακολούθως ότι, για την εξυπηρέτηση του δανείου, την απόσβεση και τη διανομή μερισμάτων στους μετόχους, κάθε επιβάτης επί του πλοίου θα έπρεπε να δαπανά τουλάχιστον 18 λίρες ημερησίως και υπό την προϋπόθεση ότι εκείνο θα εκτελούσε ταξίδια με πληρότητα 100%.

Διαφημιστική καταχώριση του ναυπηγείου Upper Clyde Shipbuilders Ltd, Ναυτικά Χρονικά, 15 Ιανουαρίου 1969

Διαφημιστική καταχώριση του ναυπηγείου Upper Clyde Shipbuilders Ltd,
Ναυτικά Χρονικά, 15 Ιανουαρίου 1969

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, εκτός από την ταχύτητα, την ασφάλεια και την προσφορά πολυτελών ανέσεων για την κάλυψη υπερατλαντικών πλόων, το «Queen Elizabeth 2» έμελλε να δρομολογηθεί και ως κρουαζιερόπλοιο. Πιο συγκεκριμένα, όπως ανέφεραν τα Ναυτικά Χρονικά της 15ης Αυγούστου του 1968, επικαλούμενα δηλώσεις του τότε προέδρου της Cunard Line στη Βόρεια Αμερική, C. N. Anderson, το «Queen Elizabeth 2» δεν σχεδιάστηκε ως ένα υπερωκεάνιο αποκλειστικής εξυπηρέτησης των υπερατλαντικών επιβατικών γραμμών· τουναντίον, το πλοίο θα αξιοποιούνταν κατά κύριο λόγο ως κρουαζιερόπλοιο.

Τα προβλήματα χρηματοδότησης δεν ήταν τα μόνα που αντιμετώπισε το πλοίο, καθώς κατά τους δοκιμαστικούς πλόες του παρουσιάστηκαν προβλήματα τεχνικής φύσεως. Μια τεχνική αστοχία στους ατμοστρόβιλους του «Queen Elizabeth 2», κατά διάρκεια της δοκιμαστικής κρουαζιέρας του πλοίου στις Κανάριες Νήσους, οδήγησε στην αναβολή του πρώτου κατάπλου στη Νέα Υόρκη, ο οποίος, σύμφωνα με τα Ναυτικά Χρονικά της 15ης Αυγούστου του 1968, αναμενόταν αρχικά τον Ιανουάριο του 1969. Εν τέλει, το παρθενικό ταξίδι του υπερωκεανίου πραγματοποιήθηκε στις 2 Μαΐου του 1969, από το Σαουθάμπτον της Αγγλίας με τελικό προορισμό τη Νέα Υόρκη.

Το «Queen Elizabeth 2» κατά τη διάρκεια δοκιμαστικού ταξιδιού (φωτ. Αρχείο Ναυτικών Χρονικών)

Το «Queen Elizabeth 2» κατά τη διάρκεια δοκιμαστικού ταξιδιού (φωτ. Αρχείο Ναυτικών Χρονικών)

Παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίστηκαν κατά την περίοδο κατασκευής του πλοίου, το «Queen Elizabeth 2» αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα και πολυτελέστερα υπερωκεάνια της εποχής. Πιο συγκεκριμένα, υπήρξε το δεύτερο μεγαλύτερο υπερωκεάνιο εκείνης της εποχής, με μήκος 293,5 μ. και ολική χωρητικότητα 65.000 τόνων, υπολειπόμενο μόνο του γαλλικού «France». Κατά τους χειμερινούς μήνες πραγματοποιούσε κρουαζιέρες, για 1.400 επιβάτες, στις νησιωτικές χώρες των Δυτικών Ινδιών και επίσης ταξίδια στην Ευρώπη μέσω της Καραϊβικής και του Νότιου Ατλαντικού. Από την άλλη, κατά τους θερινούς μήνες δρομολογούνταν στην τακτική γραμμή μεταξύ Σαουθάμπτον-Χάβρης-Νέα Υόρκης, με μεταφορική ικανότητα 2.025 επιβατών. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μηχανές του ανέπτυσσαν μέγιστη ισχύ 55.000 ίππων, δίνοντάς του τη δυνατότητα για επιχειρησιακή ταχύτητα 28,5 κόμβων και επιτρέποντας ως εκ τούτου στο «Queen Elizabeth 2» την εκτέλεση της γραμμής σε διάστημα μόλις πέντε ημερών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρώτη επίσκεψη του «Queen Elizabeth 2» στη χώρα μας συνοδεύτηκε από ενθουσιώδες ρεπορτάζ των Ναυτικών Χρονικών. «Κατέπλευσε και ηγκυροβόλησεν εντός του λιμένος Πειραιώς το νεώτερον υπερωκεάνιον του κόσμου», ανέφεραν τα Ναυτικά Χρονικά, σε δημοσίευμα της 1ης Μαΐου του 1970, σχετικά με την παρθενική προσέγγιση του «Queen Elizabeth 2» στην Ελλάδα κατά την 27η Απριλίου του ίδιου έτους.

Έπειτα από σχεδόν 40 χρόνια ιστορίας, όντας το μακροβιότερο πλοίο στην πορεία της Cunard Line, το «Queen Elizabeth 2» αναχώρησε την 11η Νοεμβρίου 2008 για το τελευταίο του ταξίδι, από το Σαουθάμπτον με προορισμό τον λιμένα Mina Rashid στο Ντουμπάι. Εκεί, έπειτα από μια φαντασμαγορική υποδοχή από χιλιάδες κόσμου, το θρυλικό υπερωκεάνιο αναμενόταν να ανακαινιστεί και να αγκυροβολήσει μόνιμα στα τεχνητά νησιά Palm Jumeirah, ως ένα πολυτελές πλωτό ξενοδοχείο. Ωστόσο, λόγω της παγκόσμιας ύφεσης του 2008, η ανακαίνιση και η μετατροπή του «Queen Elizabeth 2» καθυστέρησαν, με τα εγκαίνιά του ως πλωτού πλέον ξενοδοχείου να πραγματοποιούνται στις 18 Απριλίου 2018. Έκτοτε λειτουργεί ως πλωτό ξενοδοχείο, το οποίο ταυτόχρονα φιλοξενεί την έκθεση «QE2 Heritage», αφιερωμένη στην ιστορία του θρυλικού υπερωκεανίου.

Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για την καθέλκυση του «Queen Elizabeth 2» εδώ.

Η ψηφιοποίηση του αρχείου των τευχών από το 1931 έως το 1983 είναι μια ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Ευγενίδου, στη μνήμη της Μαριάνθης Σίμου.