Το κόστος καυσίμου αποτελεί βασικό στοιχείο του λειτουργικού κόστους κάθε πλοίου. Δεδομένου ότι οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις δεν ελέγχουν τις διεθνείς τιμές των καυσίμων, στρέφονται σε στρατηγικές που στοχεύουν στον περιορισμό της κατανάλωσης.
Στο πλαίσιο αυτό, αρκετές ναυτιλιακές επιχειρήσεις επιδιώκουν τη διαχείριση του θέματος των καυσίμων με τρόπο που να τις προφυλάσσει από τις μελλοντικές διακυμάνσεις στις τιμές και να διασφαλίζει βελτιστοποίηση του κόστους ταξιδιού. Στην κατεύθυνση αυτή, οι ναυτιλιακές εταιρείες επιλέγουν τα ακόλουθα:
- Ρήτρα προσαρμογής καυσίμων (bunker adjustment clause): Η συγκεκριμένη ρήτρα ενσωματώνεται στα συμβόλαια ναύλωσης και τίθεται σε ισχύ σε περίπτωση μεταβολής της τιμής των καυσίμων κατά τη διάρκεια της ναύλωσης.
- Συμφωνίες μελλοντικής προμήθειας καυσίμων (forward bunker agreements): Πρόκειται για συμφωνίες προμήθειας καυσίμων σε προσυμφωνημένη τιμή, ποσότητα και τοποθεσία.
- Συμβάσεις ανταλλαγής καυσίμων (bunker swap contracts): Αποτελούν συμφωνίες μεταξύ δύο μερών για την ανταλλαγή ταμειακών ροών σε σταθερή τιμή καυσίμων, κατά τις οποίες ο όγκος, η χρονική περίοδος και η τιμή συμφωνούνται εκ των προτέρων.
Οι παραπάνω συμφωνίες αποτελούν στρατηγικές κινήσεις αντιστάθμισης του κινδύνου αύξησης του κόστους των καυσίμων. Αξίζει να σημειωθεί ότι εφαρμόζονται εκτεταμένα από επιχειρήσεις τακτικών γραμμών και από ορισμένες επιχειρήσεις της χύδην φορτηγού ναυτιλίας.
*Οι πληροφορίες για το παραπάνω άρθρο αντλήθηκαν από το βιβλίο «Οργάνωση και Διοίκηση Ναυτιλιακών Επιχειρήσεων» του καθ. Ιωάννη Θεοτοκά (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 3η έκδοση, Σεπτέμβριος 2019), σελ. 158.